Παρασκευή 7 Αυγούστου 2015

ΑΠΟ ΤΗ ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ

 

Του Ανδρέα Δημητρόπουλου
Καθηγητή Νομικής Σχολής 
Πανεπιστημίου Αθηνών



Δημοσιεύθηκε στον Τιμητικό τόμος Δ.Τσάτσου (Προδημοσιεύθηκε στην ΕΔΔΔ)





ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1. Το θέμα

1. To 2011 ζήσαμε πρωτόγνωρα γεγονότα. Τεράστιες, αυθόρμητες,  ακηδεμόνευτες συναθροίσεις πολιτών σε πολλές ελληνικές, ευρωπαϊκές και εκτός Ευρώπης μεγαλουπόλεις, ενός κόσμου, που ανησυχεί βαθύτατα για το μέλλον του και προσπαθεί να πάρει τις τύχες του στα χέρια του. Πρόκειται για συναθροίσεις διαρκείς, επαναλαμβανόμενες με διαδηλωτές, που ακόμη και «κατασκηνώνουν» στις μεγάλες πλατείες. Στην Ελλάδα το φαινόμενο των αυθόρμητων μαζικών συναθροίσεων πολιτών εμφανίστηκε ξαφνικά τον Ιούνιο του 2011 στο επίκεντρο έντονης  χρηματοπιστωτικής αλλά και εγχώριας πολιτικής κρίσης, εξελίχθηκε με θαυμαστή μαζικότητα, σε μεγάλες ειρηνικές συγκεντρώσεις, πολιτών κάθε ηλικίας και κομματικής προέλευσης. Στις 15 Ιουνίου 2011  η «Πλατεία Συντάγματος» κατόρθωσε την αναβολή της ψήφισης του λεγόμενου «μεσοπρόθεσμου» και οδήγησε αρχικά σχεδόν σε παραίτηση και τελικά σε ανασχηματισμό της κυβέρνησης.
2. Σχετικά με το φαινόμενο αυτό της «Ευρωπαϊκής Άνοιξης», όπως έχει ήδη χαρακτηρισθεί, γεννώνται πολλά  αλληλοσυνδεόμενα καίρια ερωτήματα, που αφορούν την ουσία του, τις αιτίες που το δημιούργησαν, την μονιμότητα ή τον παροδικό χαρακτήρα του, το μέλλον, τις επιπτώσεις και την αντιμετώπισή του. Τι συμβαίνει πράγματι; Είναι κάτι παροδικό ή έχει επιπτώσεις μόνιμου χαρακτήρα; Γιατί ο κόσμος αυτός συναθροίζεται στις πλατείες; Τι προσπαθεί να αναδείξει; Μήπως δεν εκφράζεται πλέον από τους παραδοσιακούς θεσμούς της αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας; Μήπως δεν έχει άλλο τρόπο να εκφραστεί; Πρόκειται για ένα αίτημα αλλαγής  διαχειριστών, που αφορά συγκεκριμένα πρόσωπα ή για ένα αίτημα που ανάγεται στη μορφή του πολιτεύματος, τη μορφή της Δημοκρατίας;  Τι είναι αυτές οι αξιοθαύμαστες συναθροίσεις πολιτών; Μια μορφή πρόσκαιρου πολιτικού ακτιβισμού ή μήπως σοβαρή απόδειξη της κρίσης του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού και της μετάβασης σε ουσιαστικότερες μορφές διακυβέρνησης; 
3. Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα γενικότερο, παγκόσμιας όπως εξελίσσεται εμβέλειας, φαινόμενο «ειρηνικού κινήματος πολιτών». Εκείνοι που βιάστηκαν να αποδοκιμάσουν αυτό το « ειρηνικό κίνημα της πλατείας» έσπευσαν να ανακαλέσουν και εκείνοι, που το υποβίβασαν άρχισαν να το αντιμετωπίζουν πιο σοβαρά. Οπωσδήποτε η ορθή  αντιμετώπιση και η αξιοποίηση του πολιτικού αυτού φαινομένου προϋποθέτει τη διάγνωση και την αξιολόγησή του. Το φαινόμενο αυτό   εμφανίζει πράγματι μια αξιοπρόσεκτη ιδιαιτερότητα, που πρέπει ήδη στο σημείο αυτό να επισημανθεί. Πρόκειται για την έντονη αντίθεση αντιπροσώπων και αντιπροσωπευομένων, η οποία στην Ελλάδα αλλά και αλλού εμφανίστηκε ως έντονη αντίθεση μεταξύ κοινοβουλίου και πολιτών, κοινοβουλευτισμού και Δημοκρατίας. Η αντίθεση αυτή αναδεικνύεται από τα γεγονότα και δημιουργεί εύλογα και ενδιαφέροντα ερωτηματικά. Δημοκρατία και κοινοβουλευτισμός στη πρόσφατη ιστορική εξέλιξη βάδισαν παράλληλα, σχεδόν ταυτίστηκαν. Πως είναι δυνατόν σήμερα να είναι το Κοινοβούλιο ο αποδέκτης της λαϊκής οργής;   
4. Η συνοπτική απάντηση, όπως παρακάτω αναλύεται και  όπως άλλωστε προσδιορίζεται στον τίτλο, συνοψίζεται στα εξής: Διερχόμενοι τη κορύφωση της κρίσης του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού  μεταβαίνουμε στη Δημοκρατία των Πολιτών. Τα πολιτεύματα, όπως τα πάντα γύρω μας,  δεν παραμένουν αμετάβλητα. Αντίθετα κινούνται και εξελίσσονται. Ο αντιπροσωπευτικός κοινοβουλευτισμός, το πολίτευμα που καθιερώθηκε μετά τη γαλλική επανάσταση εξελίχθηκε και εισήλθε στη τελευταία φάση της κρίσης του. Η κρίση αυτή του αντιπροσωπευτικού συστήματος – φαινόμενο αρκετά παλαιό, που  ακολούθησε διαφορετικούς δρόμους στις διάφορες χώρες - βρίσκεται σήμερα στην αποκορύφωσή της. Η κρίση αυτή οδηγεί σε μια νέα μορφή Δημοκρατίας, οδηγεί από τη λεγόμενη έμμεση ή αντιπροσωπευτική Δημοκρατία στη Δημοκρατία των Πολιτών, σε μια Δημοκρατία, της οποίας η λειτουργία αναγκαία στρέφεται γύρω από τη λαϊκή βούληση, τη λαϊκή συναίνεση, ένα πολίτευμα στο οποίο οι βασικές  αποφάσεις θα λαμβάνονται από τους ίδιους τους πολίτες.
Η ανάλυση που ακολουθεί περιέχει την εισαγωγή - στην οποία εκτίθεται ο τρόπος προσέγγισης και τα απαραίτητα λογικά εργαλεία - και τρείς ενότητες. Και στη μελέτη αυτή η ανάλυση στρέφεται προς την ενότητα «δέοντος» (Sollen) και «είναι» (Sein) και τη «φύση του πράγματος», που δεν αποτελεί απλά «μέθοδο» αλλά και «πηγή» του «δικαίου». Στη πρώτη ενότητα σκιαγραφείται ο παλαιός αντιπροσωπευτικός κοινοβουλευτισμός. Στη δεύτερη η κρίση του. Τέλος στη τρίτη ενότητα παρουσιάζεται η Δημοκρατία των πολιτών. Ακολουθούν συνοπτικά συμπεράσματα.

2. Δομή και Λειτουργία του πολιτεύματος

5. Πολίτευμα είναι η από το Δίκαιο προβλεπόμενη συγκεκριμένη μορφή «οργάνωσης» και «άσκησης» της πολιτικής εξουσίας[1]. Από τον ορισμό αυτό προκύπτει η - από τη φύση του πράγματος αναδυόμενη - διάκριση μεταξύ «δομής» και «λειτουργίας» του πολιτεύματος. Η θεμελιώδης αυτή διάκριση αποτελεί τη βάση της ανάλυσης, που ακολουθεί, τόσο για τη σκιαγράφηση του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού, όσο και για τη μελέτη της κρίσης του και τη διάκριση του σε «δομική» και «απλά λειτουργική», αλλά τέλος και για τη παρουσίαση της «Δημοκρατίας των Πολιτών».  Από τη λειτουργία διακρίνεται η δομή του πολιτεύματος, η οποία όμως προϋποθέτει και βασίζεται στην υποδομή.
α. Η υποδομή του πολιτεύματος
6. Τα πολιτεύματα δεν είναι ανεξάρτητα από τις ιστορικές συνθήκες και τις πραγματικές προϋποθέσεις της εποχής της δημιουργίας τους. Αντίθετα άμεσα εξαρτώνται από αυτές. Βασίζονται δηλαδή σε μια «τάξη πραγμάτων», σε ένα σύνολο προϋποθέσεων και συνθηκών, που προϋπάρχει και σε μεγάλο βαθμό προ-καθορίζει τη δομή τους και προσδιορίζει τη λειτουργία τους. Στις βάσεις της πολιτειακής δομής, στην «υποδομή» του πολιτεύματος ανήκουν οι θεμελιώδεις προϋποθέσεις, που δημιουργούνται από και ανήκουν στη φύση του πράγματος. Οι β α σ ι κ έ ς  π ρ α γ μ α τ ι κ έ ς  σ υ ν θ ή κ ε ς αποτελούν τα «πραγματικά θεμέλια» του πολιτεύματος. Οι προϋποθέσεις αυτές επηρεαζόμενες από τα ιστορικά δεδομένα συντελούν στη διαμόρφωση της βασικής δομής του πολιτεύματος. Πρόκειται για την ίδια τη πραγματικότητα και την εξέλιξή της, για προϋποθέσεις, που συντρέχουν, συνυπάρχουν και συνλειτουργούν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να παράγουν το συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Εδώ ανήκουν πχ η οικονομία, η τεχνολογική εξέλιξη, το βιοτικό επίπεδο, το μορφωτικό επίπεδο, το διεθνές περιβάλλον κλπ. Πρόκειται για θεμελιώδεις πραγματικές προϋποθέσεις, για τις βασικές κοινωνικοικονομικές και συνταγματικοπολιτικές συνθήκες.
7. Η κατά τα παραπάνω υποδομή του πολιτεύματος δεν έχει μόνο ιστορική αλλά και μεγάλη νομική αξία καθόσον εμπεριέχει τα «ίχνη» και τα «πρωτογενή στοιχεία» των δικαιϊκών αρχών, που διαμορφώνουν την οργάνωση και λειτουργία του πολιτεύματος. Με την έννοια αυτή στην υποδομή ως φύση του πράγματος εμπεριέχονται οι βασικές ρυθμιστικές αρχές, που καθορίζουν τη διαμόρφωση του πολιτεύματος. Έτσι η πραγματικότητα (Είναι, Sein) παράγει δίκαιο (Δέον, Sollen) και συγκροτεί ενιαίο σύνολο με αυτό.
8. Οι κατά τα παραπάνω βασικές προϋποθέσεις  δεν παραμένουν αμετάβλητες αλλά μεταβάλλονται και διαμορφώνονται με την εξέλιξη της ιστορίας. Στις περισσότερες περιπτώσεις εξελίσσονται σταδιακά ενώ δεν αποκλείονται και απότομες μεταβολές. Μικρές μεταβολές των προϋποθέσεων δεν επηρεάζουν άμεσα τη πολιτειακή δομή. Όμως η σταδιακή συσσώρευση τέτοιων αλλαγών μπορεί να οδηγήσει σε αναδιάρθρωση της δομής και σε διατάραξη της δομικής ισορροπίας του πολιτεύματος. Σημαντικές μεταβολές στην υποδομή οδηγούν αναγκαία σε πολιτειακές μεταβολές, σε μεταβολές της δομής του πολιτεύματος.
β. Η δομή του πολιτεύματος
9. Η πολιτειακή δομή αφορά τη βασική διαμόρφωση των πρωτογενών δυνάμεων, τη σύμπραξη και τη λειτουργία τους. Πρόκειται για τους βασικούς σχηματισμούς, τη διάταξη  («γεωγραφία») των συνταγματικοπολιτικών δυνάμεων και την ιεράρχησή τους. Στη δομή του πολιτεύματος ανήκουν οι κρατικές εξουσίες η ιεραρχία και η σχέση τους. Η δομή αποτελεί ένα βασικό «σχήμα», εμπεριέχει τις βασικές εξουσίες και τους χώρους, τους οποίους καταλαμβάνουν και στους οποίους παρατάσσονται. Υπό την έννοια αυτή το «σχήμα» του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού για το οποίο γίνεται παρακάτω  λόγος, είναι δυαδιστικό. Στη δομή του πολιτεύματος ανήκει η διάκριση των εξουσιών, σε νομοθετική, δικαστική και εκτελεστική (άρθ.26 Σ). Στη δομή εμπεριέχονται τα θεμελιώδη οργανωτικά μορφώματα της συγκεκριμένης μορφής πολιτεύματος. Στη δομή εντάσσονται τα βασικά όργανα, που εκφράζουν τις εξουσίες και κυρίως το βασικό όργανο του πολιτεύματος. Στη δομή του πολιτεύματος ανήκει επίσης η «βασική αντίθεση», η οποία αποτελεί το θεμέλιο  της κίνησης του πολιτεύματος, πηγή συνταγματικών ρυθμιστικών αρχών και διαμόρφωσης κυβερνητικών συστημάτων. Έτσι η ύπαρξη της βασικής αντίθεσης μονάρχη – κοινοβουλίου δημιούργησε το κοινοβουλευτικό σύστημα, ενώ η μη ύπαρξή  της οδήγησε στο προεδρικό.

γ. Η λειτουργία του πολιτεύματος
10. Λειτουργία του πολιτεύματος είναι, η  κίνηση του δομικού – πολιτειακού  μηχανισμού και το αποτέλεσμα, που παράγει. Η λειτουργία καθορίζεται και  εξαρτάται από τη δομή, συντελείται με κανόνες, που βασίζονται στη δομή και επιβάλλονται από αυτή. Υπό αυτή την έννοια η πολιτειακή δομή καθορίζει τη λειτουργία του πολιτεύματος.   Υπάρχει επομένως άμεση σχέση ανάμεσα στη δομή και τη λειτουργία του πολιτεύματος και εξάρτηση της δεύτερης από τη πρώτη.

3. Το πολίτευμα και η κρίση του

α. Έννοια της κρίσης του πολιτεύματος
11. Η «κρίση» με την ευρύτερη έννοια του όρου είναι περίπου συνώνυμο της «δυσλειτουργίας». Γενικότερα σε κρίση βρίσκεται κάτι, που ακολουθεί  τροχιά άλλη από εκείνη, στην οποία θα έπρεπε να βρίσκεται, κάτι που δεν λειτουργεί σύμφωνα με τον προδιαγεγραμμένο τρόπο, με τους κανόνες που διέπουν τη λειτουργία του. Υπό το πρίσμα αυτό η κρίση, ως «απόκλιση από το κανονικό» συνιστά  παθογένεια και προσλαμβάνει αρνητικό περιεχόμενο.  Ο όρος «κρίση» είναι γενικός και πολυσήμαντος,  περιλαμβάνει περισσότερα δυσλειτουργικά φαινόμενα. Πάντως μικρές δυσλειτουργίες δεν αποτελούν κρίση. Η κρίση αποτελεί «μεγάλη» δυσλειτουργία ή κάποιας έστω έντασης. Όσο περισσότερες και μεγαλύτερες είναι οι δυσλειτουργίες τόσο μεγαλύτερη η κρίση. Οι κρίσεις παράγουν συγκρούσεις αλλά και τροφοδοτούνται από αυτές. Η κρίση δεν έχει την ίδια ένταση σε όλο το μήκος της. Κυρίως προς το τέλος της πορείας της βαίνει προς τη κ ο ρ ύ φ ω σ ή της. Είναι δυσλειτουργία, που βρίσκεται σε έξαρση. Η κρίση μπορεί να περιλαμβάνει μεγάλο χρονικό διάστημα, να βρίσκεται σε ένταση ή ύφεση, μία όμως είναι η κορύφωσή της. Η κορύφωση της κρίσης ενδέχεται να έχει ως αποτέλεσμα ποιοτικές μεταβολές.
12. Ο όρος «κρίση» χρησιμοποιείται και στην επιστήμη, στο συνταγματικό δίκαιο σε διάφορες περιπτώσεις αλλά και αναφορικά προς το πολίτευμα. Στη περίπτωση αυτή γίνεται λόγος για «κρίση του πολιτεύματος». Πολλές φορές επισημαίνεται, ότι το «πολίτευμα βρίσκεται σε κρίση», υπάρχει κρίση του πολιτεύματος, κρίση εξουσίας, κρίση εμπιστοσύνης, κρίση διαχείρισης, κρίση αξιών, κρίση θεσμών, κρίση προσώπων κλπ. Με τις κρίσεις του πολιτεύματος συνδέονται οι πολιτικές κρίσεις, στις οποίες κατατάσσονται οι παντοειδείς «δυσλειτουργίες» του συνταγματικοπολιτικού συστήματος. Αυτό συμβαίνει πχ, όταν το πολιτικό σύστημα εμποδίζεται να λειτουργήσει, ή λειτουργεί αναποτελεσματικά ή υπολειτουργεί, ή λειτουργεί εσφαλμένα ή σύμφωνα με κανόνες άλλους από εκείνους, που έχουν τεθεί για τη λειτουργία του.
13. Η κρίση ανήκει στη γενικότερη πραγματικότητα που μας περιβάλλει, είναι πραγματικό φαινόμενο, που δεν έχει μόνο ιστορική σημασία (ιστορικό φαινόμενο) αλλά και νομική σημασία (νομικό φαινόμενο). Από νομική – συνταγματική άποψη ιδιαίτερα σημαντική είναι η διαπίστωση, ότι από τη κρίση παράγεται δίκαιο, παράγονται συνταγματικοί κανόνες. Αυτό αποδεικνύεται μεταξύ άλλων και από την «ιστορικότητα» του Συντάγματος[2]. Όλα τα Συντάγματα είναι αποτελέσματα μεγάλων πολιτικών αναταραχών μεγάλων πολιτικών κρίσεων. Η κρίση γεννά δίκαιο, η κρίση γεννά συνταγματικούς κανόνες, οδηγεί σε Σύνταγμα. Η δικαιοπαραγωγική ικανότητα των κρίσεων πολλαπλασιάζεται στις περιπτώσεις των δομικών κρίσεων. Η κορύφωση κυρίως των δομικών κρίσεων οδηγεί σε πολιτειακές αλλαγές και παράγει δίκαιο.  
14. Η κρίση όπως ορίσθηκε αναφέρεται στη λειτουργία του πολιτεύματος, εμφανίζεται ως δυσλειτουργία και ως τέτοια είναι εξωτερικό σύμπτωμα και όχι αιτία. Πράγματι όλες οι κρίσεις εμφανίζονται ως «δυσλειτουργίες» δεν έχουν όμως την ίδια αιτία (causa). Δεν αρκεί ασφαλώς η διαπίστωση της δυσλειτουργίας. Η θεραπεία και η αποτελεσματική αντιμετώπιση της κρίσης προϋποθέτει τη διάγνωση της αιτίας, που τη δημιούργησε. Οι πολιτικές κρίσεις δεν είναι ίδιες σε ένταση, σημασία και συνέπειες, αλλά ούτε και ως προς τις αιτίες που τις δημιουργούν. Γεννάται έτσι το ζήτημα της κατηγοριοποίησης των κρίσεων ως προς την αιτία  τους. Τα πολιτεύματα διαθέτουν δομή και λειτουργία. Στη διάκριση αυτή πρέπει να αναζητηθεί το κριτήριο της κατάταξης των διαφόρων πολιτικών κρίσεων. Συγκεκριμένα το κρίσιμο ερώτημα, που γεννάται για κάθε κρίση  είναι αν, οφείλεται ή όχι στη δομή του πολιτεύματος. Η διάκριση ανάμεσα στη δομή και τη λειτουργία του πολιτεύματος, οδηγεί και στη διάκριση των κρίσεων σε δ ο μ ι κ έ ς ή συστημικές και α π λ έ ς   λ ε ι τ ο υ ρ γ ι κ έ ς  κρίσεις. Κριτήριο της διάκρισης είναι η αιτία (causa), που προκαλεί την κρίση. Αν η κρίση οφείλεται σε διατάραξη της δομής του πολιτεύματος πρόκειται για κρίση δομική. Αν αντίθετα οφείλεται σε οποιοδήποτε άλλο λόγο αλλά δεν έχει «πειραχθεί» η δομή πρόκειται για «απλή» ή απλά λειτουργική κρίση. Η διάκριση αυτή αναδεικνύει δύο διαφορετικά είδη κρίσεων, που χρειάζονται  διαφορετική αντιμετώπιση. Η κατανόηση της φύσης της κρίσης, η διάγνωση,  αν συνιστά δομική ή λειτουργική, έχει ιδιαίτερη σημασία για την αντιμετώπισή της,  αποτελεί προϋπόθεση για την ομαλή και γρήγορη έξοδο από τη κρίση και την αποκατάσταση της ομαλότητας. Κάθε κρίση εμφανίζεται εξωτερικά  ως λειτουργική, ως δυσλειτουργία, ως κρίση λειτουργίας. Απαραίτητο  όμως είναι να διαπιστώνεται, αν είναι απλή κρίση λειτουργίας ή αν η δυσλειτουργία οφείλεται στη δομή, σε δομική διατάραξη του πολιτεύματος.

β.  Απλές λειτουργικές κρίσεις του πολιτεύματος  
15.  Η λειτουργία είναι «καλή» ή «ομαλή» και «κακή», απλή δυσλειτουργία ή και κρίση. Ομαλή είναι η χωρίς αναταραχές, σύμφωνα με τους προβλεπόμενους κανόνες κίνηση του πολιτεύματος, που παράγει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Αντίθετα για κακή λειτουργία ή και κρίση πρόκειται, όταν ο πολιτειακός μηχανισμός δεν κινείται σύμφωνα με τους προδιαγεγραμμένους κανόνες ή υπολειτουργεί και πάντως δεν παράγει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Η λειτουργία του πολιτεύματος είναι πολύ σύνθετο και περίπλοκο φαινόμενο. Η «καλή» ή «κακή» λειτουργία του πολιτεύματος εξαρτάται από πολλές προϋποθέσεις και είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων. Στις περιπτώσεις αυτές πρόκειται για απλές πολιτικές κρίσεις, δηλαδή απλές δυσλειτουργίες, που οφείλονται σε διάφορες συγκυρίες, σε κακούς χειρισμούς, σε πρόσωπα κλπ. Οι λειτουργικές αυτές κρίσεις προκαλούνται πχ από αβλεψίες, από κακή διαχείριση, ακατάλληλα πρόσωπα κλπ. Οι απλές λειτουργικές κρίσεις είναι κ ρ ί σ ε ι ς   δ ι α χ ε ί ρ ι σ η ς και συνήθως δεν έχουν γενικευμένο χαρακτήρα. Είναι κρίσεις προσώπων και όχι του συστήματος, είναι απλά κρίσεις  αντιπροσώπων αλλά όχι και κρίση του αντιπροσωπευτισμού. Μπορεί να είναι κρίσεις εμπιστοσύνης αναφορικά προς συγκεκριμένα πρόσωπα,  συγκεκριμένους αντιπρόσωπους όχι όμως και αναφορικά προς το συνολικό πολιτικό σύστημα.
16. Αρνητικό χαρακτηριστικό γνώρισμα της απλής λειτουργικής κρίσης είναι, ότι δεν οφείλεται σε λόγους αναγόμενους στη δομή του πολιτεύματος. Οι λειτουργικές κρίσεις δεν έχουν συστημικό χαρακτήρα. Δεν είναι κρίσεις θεσμών, τουλάχιστον βασικών. Είναι σύνηθες να υπάρχουν ποικίλα δυσλειτουργικά φαινόμενα, οφειλόμενα σε διάφορους λόγους, όχι όμως σε αιτία αναγόμενη στη δομή του πολιτεύματος. Η απλή κρίση λειτουργίας δεν συνδέεται με τη δομή του πολιτεύματος, δεν οφείλεται σε κάποια δομική αιτία, πχ αλλαγή.
17. Η αντιμετώπιση των λειτουργικών κρίσεων είναι –συγκριτικά με εκείνη των δομικών- αρκετά πιο απλή. Η πλήρης αντιμετώπιση των απλών λειτουργικών κρίσεων είναι κατά κανόνα δυνατή με τα υπάρχοντα, τα «συνήθη» θεσμικά μέσα, όπως πχ  με προσφυγή σε εκλογές κλπ. Πάντως οι απλές λειτουργικές κρίσεις κατά κανόνα διορθώνονται χωρίς να είναι απαραίτητη η μεσολάβηση κάποιας  σοβαρής θεσμικής μεταβολής. Για την αντιμετώπιση των απλών λειτουργικών κρίσεων  αρκεί  πολλές φορές αυτή μόνη η αλλαγή προσώπων, (πχ κυβερνητικοί ανασχηματισμοί κλπ)  ή  έστω η απλή «διόρθωση», η βελτίωση των θεσμών.

γ. Δομικές ή συστημικές  κρίσεις του πολιτεύματος
18. Δομική κρίση είναι η οφειλόμενη σε διατάραξη της δομής του πολιτεύματος. Στις περιπτώσεις αυτές δεν πρόκειται για απλά δυσλειτουργικά φαινόμενα. Γι αυτό η έντασή τους μπορεί να είναι ιδιαίτερα έντονη. Δεν είναι απλά κρίση προσώπων αλλά του συστήματος. Δεν είναι μόνο κρίση  αντιπροσώπων, αλλά κρίση του αντιπροσωπευτισμού. Η δομική κρίση εμφανίζεται και ως γενικευμένη κρίση εμπιστοσύνης, που αφορά όχι μόνο τα πρόσωπα αλλά και τους θεσμούς. Είναι μεν κρίση εμπιστοσύνης προς τους συγκεκριμένους αντιπροσώπους, αλλά ταυτόχρονα είναι και κρίση, που συνοδεύεται από την πεποίθηση ότι μόνη η αλλαγή προσώπων δεν αρκεί για τη θεραπεία της κρίσης και την αποκατάσταση της λειτουργίας. Δεν υπάρχει πλέον εμπιστοσύνη όχι μόνο στα πρόσωπα αλλά και στο σύστημα. του οποίου η λειτουργία δεν κρίνεται πλέον ικανοποιητική. Οι δομικές κρίσεις είναι κρίσεις θεσμών, επομένως σε μεγάλο βαθμό και κρίσεις αξιών.
 19. Οι δομικές κρίσεις προκαλούνται από αλλαγές των προϋποθέσεων, πάνω στις οποίες βασίστηκε το πολιτειακό σύστημα, οφείλονται σε  συγκεκριμένες αιτίες, σε μεταβολές  της δομής, είναι δηλαδή δομικές. Αναφέρονται στην εσωτερική δόμηση του συστήματος, είναι επομένως συστημικές. Δομική κρίση μπορεί να εκδηλωθεί λχ από την εξασθένιση ενός θεσμού και την ιστορική ανάδειξη κάποιου άλλου παράγοντα, που προκαλεί αναταραχή στο ήδη διαμορφωμένο ισοζύγιο της εξουσίας και στο πολίτευμα, ως σύστημα λήψης αποφάσεων. Τυπική μορφή δομικής κρίσης είναι η προκαλούμενη από τη δημιουργία και την εμφάνιση νέας δυνάμεως, νέας εξουσίας, η οποία είναι σε θέση να διεκδικήσει αποτελεσματικά και πράγματι διεκδικεί συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων, σε συγκεκριμένο πολιτικό σύστημα προκαλώντας έτσι ανακατατάξεις της διανομής εξουσίας  και των σχετικών διαδικασιών. Τέτοια έντονη διατάραξη ισορροπιών διαμορφώθηκε την εποχή της γαλλικής επανάστασης, με την άνοδο των φιλελεύθερων δυνάμεων της εποχής εκείνης, οι οποίες όμως ήταν εκτός συστήματος αποφάσεων και διεκδίκησαν και έλαβαν μερίδιο στην άσκηση της εξουσίας.
20. Οι δομικές αλλαγές οδηγούν αναγκαία σε μεταβολές του πολιτικού συστήματος. Οι δομικές κρίσεις είναι οι σεισμοί του εδάφους, επί του οποίου έχει οικοδομηθεί το πολίτευμα. Οι αναταράξεις τους, εφόσον είναι σημαντικές επιφέρουν αλλαγές της «επιφάνειας», οδηγούν δηλαδή σε πολιτειακές αλλαγές. Στις περιπτώσεις αυτές χρειάζεται η δημιουργία νέων θεσμών. Δεν αρκούν απλές διορθωτικές επεμβάσεις. Είναι απαραίτητη η ριζική αντιμετώπιση του προβλήματος. Η ενδεχόμενη λήψη απλά διορθωτικών μέτρων μπορεί ενδεχόμενα να αναβάλει την αναδιάταξη του πολιτικού συστήματος, όχι όμως και να την αποτρέψει. 

 

I. OΙ ΒΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΣΜΟΥ

Α΄ Η δομή του αντιπροσωπευτικού Κοινοβουλευτισμού

1. Η βασική αντίθεση μονάρχη – κοινοβουλίου

21. Η βασική αντίθεση μονάρχη κοινοβουλίου γέννησε στην Ευρώπη το Κοινοβούλιο και τον κοινοβουλευτισμό, ως μερική συνέχεια του αντιπροσωπευτικού συστήματος που προϋπήρχε. Η βασική αυτή πολιτική αντίθεση από την οποία αναδύθηκε το κοινοβουλευτικό σύστημα είναι μια αντίθεση «εξωτερική» βρίσκεται δηλαδή έξω από το κοινοβούλιο. Πολύ σύντομα η αντίθεση αυτή μετατράπηκε σε εσωτερική, δηλαδή εντός του κοινοβουλίου, σε αντίθεση συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης για να προσλάβει με τον καιρό και εξωκοινοβουλευτικό χαρακτήρα με την επέκταση της έμμεσης ή αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας.
Για ικανό χρονικό διάστημα η αντίθεση συμπολίτευσης - αντιπολίτευσης υπήρξε ο τροφοδότης της λειτουργίας του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού. Η αντίθεση αυτή συνδέθηκε με την κυριαρχία των ιδεολογιών. Το τέλος των ιδεολογιών εξασθένησε σημαντικά αυτή την αντίθεση. Η ομοιότητα των κομμάτων είναι ιδιαίτερο χαρακτηριστικό γνώρισμα. Όμως η εξασθένηση αυτής της αντίθεσης επιφέρει αλλαγές στη κίνηση του πολιτεύματος.  Η πολιτική διαδικασία και οι εκλογές χάνουν σε μεγάλο βαθμό το παλαιό τους νόημα κυρίως με την εδραίωση της πεποίθησης της ομοιότητας της ακολουθούμενης πολιτικής, η οποία καθιστά σε τελική ανάλυση τη πολιτική διαδικασία άνευ αποτελέσματος. Η αίσθηση της αναποτελεσματικότητας της πολιτικής διαδικασίας δημιουργεί το κατάλληλο έδαφος για τη δημιουργία αντίθεσης ανάμεσα στους αντιπροσώπους και τους αντιπροσωπευόμενους. Η επικράτηση των χρηματοπιστικών αγορών σε παγκόσμιο επίπεδο είχε ως απτέλεσμα τηςν επικράτησή τους επί του αντιπροσωπευτικού συστήματος και της πολιτικής. Αναπτύχθηκε έτσι η αντίθεση αντιρποσώπων αντθιπροσωπευομενων.

2. Η δυαδιστική φύση του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού

22. Το σχήμα του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού είναι δυαδιστικό, βασισμένο στη θεωρία του Hegel για τη διάκριση Κράτους και Κοινωνίας. Στο ένα μέρος  βρίσκεται η Κοινωνία, δηλαδή ο Λαός και στο άλλο το κράτος. Κράτος και Κοινωνία διαχωρίζονται με τα ατομικά δικαιώματα. Ο Λαός δεν βρίσκεται μέσα στο Κράτος, μέσα στο σύστημα λήψης των αποφάσεων. Ο Λαός ευρισκόμενος εκτός του Κράτους αντιπροσωπεύεται στο Κράτος με τους αντιπροσώπους του.

3. Ο Λαός ως «πηγή» της εξουσίας

ι. Πηγή και άσκηση της εξουσίας
23.
ιι. Η δικαιολογητική βάση του αντιπροσωπευτισμού
24.
ιιι.Ο προσωπικός χαρακτήρας των εκλογών
25.
Δημοκρατία και κοινοβουλευτισμός

Β΄ Η λειτουργία του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού

1. Αντιπροσώπευση  ελεύθερη εντολή

26.

2. Ελεύθερη εντολή


3. Κοινοβουλευτισμός και αμφιβολία της ψηφοφορίας στο κοινοβούλιο

α. Κοινοβουλευτισμός και κοινοβούλιο
27. Το κοινοβούλιο υπήρξε το κέντρο του κοινοβουλευτισμού. Είναι το επίκεντρο των εξελίξεων. Είναι το βασικό όργανο του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού.
β.Η αμφιβολία της ψηφοφορίας στο κοινοβούλιο
 28.

Γ΄ Συμπεράσματα

1. Η απουσία του Λαού

29. Βασικό χαρακτηριστικό συνταγματικό γνώρισμα του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού είναι η απουσία του Λαού από το συνταγματικό σύστημα λήψης αποφάσεων. Το όνομα έμμεση Δημοκρατία

2. Δημοκρατία και κοινοβουλευτισμός

30. Δημοκρατία και κοινοβουλευτισμός ταυτίζονται.

 

ΙΙ. Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΣΜΟΥ


31. Ο αντιπροσωπευτικός κοινοβουλευτισμός μετρά ήδη πάνω από δύο αιώνες ζωής. Πρόκειται για διάστημα πολύ μεγάλο αν ληφθεί υπόψη ότι οι εξελίξεις τρέχουν πλέον πολύ γρήγορα. Στην πορεία της ιστορίας τίποτε δεν παραμένει αμετάβλητο, ούτε και τα πολιτεύματα. Η ιστορία κινείται με τους δικούς της μηχανισμούς αντικαθιστώντας το παλαιό με το καινούργιο. Η σταδιακή συσσώρευση παντοειδών αλλαγών σε πολλά επίπεδα οδηγεί πρώτα στη κρίση και μετά την αντικατάσταση του παλαιού με το καινούργιο. Στις μέρες μας ζούμε ακριβώς την αποκορύφωση της κρίσης του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού – ενός άλλωστε γνωστού και όχι πρόσφατου φαινομένου – η οποία διαρκώς ενδυναμούμενη  επί μακρό χρονικό διάστημα φαίνεται έτοιμη για το μεγάλο άλμα της μετάβασης από τον αντιπροσωπευτικό κοινοβουλευτισμό στη Δημοκρατία των πολιτών. Όλα δείχνουν ότι ζούμε στις μέρες της αποκορύφωσης της κρίσης την οποία πρέπει να εξετάσουμε καλλίτερα.
Στη παρακάτω ανάλυση κατά πρώτο εξετάζεται η κρίση ως γενικότερο φαινόμενο, ακολουθεί η κρίση του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού, και ακολουθεί η ανάλυση της κρίσης στην Ελλάδα.

Α.  Λειτουργική κρίση (φαινόμενα δυσλειτουργίας) του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού

32. Η ανεπάρκεια του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού συνιστά «κρίση[3]» του συγκεκριμένου αυτού συνταγματικοπολιτικού συστήματος. Η ανεπάρκεια και τα φαινόμενα δυσλειτουργίας του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού έχουν εντοπισθεί ήδη πολύ καιρό στη νομική επιστήμη. Η κρίση του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού πηγαίνει πολύ πίσω και ξεκίνησε ως κρίση λειτουργική, με την εμφάνιση φαινομένων απλής δυσλειτουργίας. Έχει περάσει πολλές δυσλειτουργίες και σταδιακές μεταβολές στη δομή του. Η κρίση του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού αρχίζει με τη μεταβολή των προϋποθέσεων, στις οποίες βασίστηκε.

1. Κρίση προσώπων και κρίση διαχείρισης

33. Η συστημική κρίση του αντιπροσωπευτικού συστήματος συνδέεται στενά αλλά και διαφέρει από τη κρίση διαχείρισης. Η κρίση διαχείρισης, η κρίση αντιπροσώπων μπορεί να παίξει τον ρόλο σπουδαίου επιταχυντή των συνταγματικοπολιτικών εξελίξεων. Πρόκειται για το τεράστιο ζήτημα της πολιτικής διαφθοράς και του πλουτισμού εις βάρος του δημοσίου ταμείου. Είναι η κρίση του πολιτικού προσωπικού. Η αντιπροσωπευτική Δημοκρατία δημιούργησε το αντιπροσωπευτικό κράτος και αδιαφανείς εν πολλοίς διαδικασίες, που διευκολύνουν τον πλουτισμό των αντιπροσώπων και των συνεργατών τους. Τέτοια φαινόμενα διαφθοράς υπήρχαν και υπάρχουν άλλοτε περισσότερα και άλλοτε λιγότερα στα διάφορα κράτη και στις διάφορες εποχές.  Άλλοτε οι συνθήκες τα μέσα αλλά και το επίπεδο του Λαού επέτρεπαν περισσότερο ή λιγότερο τη συγκάλυψή τους. Η εξέλιξη του Λαού σε διαρκώς παρούσα εξουσία είναι προφανές ότι ελαχιστοποιεί τη συγκάλυψη και την εμφάνιση τέτοιων φαινομένων. Ο Λαός σήμερα περισσότερο από ποτέ αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει γύρω του και τα μέσα πληροφόρησης επιτρέπουν την ουσιαστική  πληροφόρησή του.

2. Διάσταση δικαίου και πραγματικότητας

α. Η δέσμευση των βουλευτών

β. Η βεβαιότητα της ψηφοφορίας
34.

3. Η ανεπάρκεια του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού

α. Η ανεπάρκεια
35. Λαίκή εντολή δημοψηφισματικός χαρακτήρας των εκλογών κλπ  οι μεγάλες εντάσεις κλπ. Η πραγματικότητα φαίνεται να έχει προχωρήσει πιο μπροστά
β. Το ερώτημα: Δομική ή λειτουργική κρίση;
36. Από τη παραπάνω ανάλυση εύλογα ανακύπτει το ερώτημα για τη μορφή της σύγχρονης κρίσης. Είναι κρίση δομική ή απλή δυσλειτουργία; Είναι κρίση του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού ή απλά και μόνο κρίση αντιπροσώπων; Πρόκειται για ερώτημα με τεράστια σημασία γιατί από αυτό θα καθοριστεί και ο τρόπος αντιμετώπισή του.
37. Ένα μεγάλο χρονικό διάστημα τα φαινόμενα κρίσης ήταν απλά φαινόμενα δυσλειτουργίας. Ακόμη και αυτή η δέσμευση των βουλευτών παρέμενε δυσλετουργικό φαινόμενο και δεν ήταν αποτέλεσμα της δομής, στο μέτρο που τα κόμματα λειτουργούσαν ως αντιπροσωπευτικοί θεσμοί και χωρίς εσωκομματική δημοκρατία. Αλλά και αυτή η κρίση του κοινοβουλευτισμού με τη προδιαμόρφωση του αποτελέσματος της ψηφοφορίας. Ο αντιπροσωπευτικός χαρακτήρας της λειτουργίας των πολιτικών κομμάτων προσέδιδε στα φαινόμενα αυτά απλά τα χαρακτηριστικά της απλής κρίσης λειτουργίας και όχι της συστημικής δομικής κρίσης.
38.Με τη πάροδο του χρόνου και τη μεταβολή των προϋποθέσεων η λειτουργική κρίση προσέλαβε δομικό χαρακτήρα. Τα σύγχρονα δυσλειτουργικά φαινόμενα δεν είναι απλά φαινόμενα λειτουργίας αλλά οφείλονται σε αλλαγές που έχουν πραγματοποιηθείς τη δομή του πολιτεύματος. Η δομική κρίση έχει ήδη εξελιχθεί και όπως όλα δείχνουν στη παρούσα ιστορική φάση έχουμε εισέλθει σε κορύφωση δομικής κρίσης του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού λόγω της διαρκούς παρουσίας του Λαού. Η κρίση που διέρχεται ο ευρωπαϊκός αντιπροσωπευτικός κοινοβουλευτισμός δεν είναι πλέον απλά και μόνο μια κρίση λειτουργίας αλλ΄ αφορά τη δομή του, είναι κρίση δομική – συστημική. Η διαρκώς ενδυναμούμενη λειτουργική κρίση εξελίχθηκε με τη μεταβολή των βασικών προϋποθέσεων σε δομική κρίση. Η ιδιαίτερης σημασίας και χρησιμότητας αυτή διάγνωση, επιβεβαιώνεται, τόσο από τα εξωτερικά χαρακτηριστικά – που οπωσδήποτε συνδέονται με την ουσία των πραγμάτων - όσο και από την «ενδοσκόπηση» της κρίσης. 

Β. Δομική κρίση του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού

1. Τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της δομικής κρίσης του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού

40. Η διάρκεια: Στα εξωτερικά γνωρίσματα ανήκει επίσης η διάρκεια. Όσο περνάει ο χρόνος τόσο φαίνεται να δυναμώνουν σε μέγεθος και σε πάθος. Το φαινόμενο διογκώνεται, εμφανίζει δηλαδή χαρακτηριστικά μονιμοποίησης.
41. Τα αιτήματα: Στα εξωτερικά χαρακτηριστικά ανήκουν και τα προβαλλόμενα αιτήματα, που στρέφονται στην άσκηση της εξουσίας, δεν είναι «ειδικά» – με την έννοια της ικανοποίησης επαγγελματικών ή άλλων συμφερόντων – δεν εξαντλούνται στην αλλαγή προσώπων

2. Η διατάραξη της δομής του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού. Η παρουσία του Λαού

42. Η παρούσα κρίση του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού ως δομική κρίση οφείλεται σε σοβαρή διατάραξη της δυαδιστικής δομής του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού, η οποία προκλήθηκε  από τη μεταβολή στις πραγματικές προϋποθέσεις που συγκροτούν την υποδομή της. Η μεταβολή των βασικών προϋποθέσεων στις οποίες στηρίχθηκε η συγκεκριμένη μορφή πολιτεύματος οδηγεί σε αναταράξεις, δηλαδή σε κρίσεις, στην αποκορύφωση της κρίσης  και τελικά στην αντικατάσταση της παλαιάς μορφής πολιτεύματος από τη νέα. Συγκεκριμένα η μεταβολή των προϋποθέσεων οδήγησαν στη δημιουργία μιας χρονολογικά τέταρτης αλλ΄ αξιολογικά πρώτης εξουσίας, της εξουσίας της ψήφου, της εξουσίας του εκλογικού σώματος, της εξουσία του Λαού. 
43. Η «άνοδος» το Λαού: Η εξέλιξη των κοινωνικοοικονομικών και συνταγματικοπολιτικών συνθηκών, οδήγησε στη «μεταμόρφωση» και στην «άνοδο» των Λαών. Η ραγδαία άνοδος της τεχνολογίας οδήγησε στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου του Λαού με άμεσες επιπτώσεις στο πνευματικό του επίπεδο. Η εξέλιξη των ΜΜΕ δημιούργησε τεράστιες δυνατότητες επικοινωνίας. Παράλληλα οι πολιτικοί θεσμοί της αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας εξελισσόμενοι κατευθύνθηκαν όλο και περισσότερο προς την «εξουσία της ψήφου» (pouvoir du suffrage). Η πορεία των δύο αιώνων που πέρασαν είναι πορεία «ενδυνάμωσης του Λαού» με πολλές έννοιες του όρου, οικονομική, πνευματική, πολιτική. Σήμερα γίνεται λόγος για ένα «Λαό ποιότητας» ικανό να ασκήσει την εξουσία. Πράγματι η εικόνα των Λαών σήμερα είναι πολύ διαφορετικά από εκείνη των σε πολλές περιπτώσεις εξαθλιωμένων και αναλφάβητων μαζών του παρελθόντος. Η «άνοδος του Λαού» διευκολύνθηκε και επιταχύνθηκε με τη διεύρυνση του δικαιώματος της ψήφου και την εξάρτηση των κυβερνώντων από τους κυβερνώμενους.
44. Η δομική διατάραξη του αντιπροσωπευτικού συστήματος: Ενώ ο αντιπροσωπευτικός κοινοβουλευτισμός βασίστηκε στη απουσία του Λαού οι εξελίξεις οδήγησαν στη παρουσία του Λαού. Η παρουσία του λαού είναι ένα εντελώς ξένο στοιχείο στη δομή και τη λειτουργία του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού. Η εμφάνισή της αναταράσσει τις ισορροπίες του παλαιού συστήματος και οδηγεί σε συγκρούσεις μεταξύ των αντιπροσώπων που ασκούν και θέλουν να διατηρήσουν την άσκηση της εξουσίας και του Λαού, ο οποίος διεκδικεί συμμετοχή στην άσκηση της εξουσίας. Η παρουσία του Λαού οδήγησε στη διεκδίκηση της εξουσίας και η διεκδίκηση οδηγεί σε διάφορες συγκρούσεις. Πρόκειται για το ξύπνημα του «μεγάλου γίγαντα», που διεκδικεί τη συμμετοχή του στην  άσκηση της εξουσίας. Πρόκειται για σύγκρουση του Λαού και των αντιπροσώπων του, για σύγκρουση της αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας που φεύγει και της Δημοκρατίας των πολιτών που έρχεται. Η παρουσία του Λαού δημιουργεί τη κρίση στη δομή και τη λειτουργία της σύγχρονης Δημοκρατίας. Πρόκειται για κρίση δομική, συστημική, λειτουργική. Κάποτε ο κοινοβουλευτισμός ήταν περίπου συνώνυμος της Δημοκρατίας. Σήμερα Δημοκρατία και κοινοβουλευτισμός δεν ταυτίζονται, διακρίνονται και γιατί όχι, συγκρούονται.


Η κορύφωση της κρίσης και η μετάβαση στη Δημοκρατία των Πολιτών στα διάφορα κράτη και στην Ελλάδα. 

α. Η μετάβαση στη Δημοκρατία των πολιτών
45. Το κεντρικό ερώτημα είναι βεβαίως που οδηγεί η κρίση, ποια η έξοδος από αυτή. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό ισοδυναμεί με την απάντηση στο ερώτημα της σύγκρουσης Αντιπροσώπων και αντιπροσωπευομένων κυβερνώντων και κυβερνωμένων, αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού και Δημοκρατίας των πολιτών. Και η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν φαίνεται δύσκολη. Η υπεροχή του ανωτάτου οργάνου του κράτους του Λαού, είναι προφανής. Είναι πολύ δύσκολο να αμφισβητηθεί, ότι η σύγκρουση που έχει δημιουργηθεί θα ξεπεραστεί με τη στροφή της πλάστιγγας προς τη πλευρά του κατά το Σύνταγμα ανωτάτου οργάνου του κράτους. Πρόκειται ακριβώς για την πορεία, τη μετάβαση από τον φιλελεύθερο αντιπροσωπευτικό κοινοβουλευτισμό στη Δημοκρατία των πολιτών. Βασικό ζήτημα για μια εξελιγμένη κοινωνία με αναπτυγμένο πολιτικό πολιτισμό αλλά και καθήκον κάθε πολίτη είναι η εξασφάλιση της ειρηνικής και πολιτισμένης μετάβασης από την παλαιά στη νέα μορφή διακυβέρνησης. Στη μετάβαση αυτή ιδιαίτερο ρόλο παίζει η κατανόηση του φαινομένου από μέρους των κυβερνώντων και η εκτέλεση των κατάλληλων χειρισμών ικανών να οδηγήσουν στη θεσμική αλλαγή στην εκτόνωση και την υπέρβαση της σύγκρουσης. Η ιστορία έχει δείξει ότι κακή ερμηνεία και ανεπιτυχείς χειρισμοί περιπλέκουν τις καταστάσεις και ενισχύουν διακινδυνεύσεις. Η μετάβαση αυτή από το παλαιό στο καινούργιο δεν είναι πάντοτε εύκολη υπόθεση και οπωσδήποτε επηρεάζεται από τα εγχώρια χαρακτηριστικά. Συνδέεται με ιστορικά αδικαιολόγητες και συνταγματικά απαράδεκτες επιφυλάξεις ή και φόβους απέναντι στην «εξουσία της ψήφου». Όπως διδάσκει η ιστορία προσπάθειες υποτίμησης, παρερμηνείας ή μετάθεσης του προβλήματος τελικά δεν ωφέλησαν.
β. Κρίση και μετάβαση στα διάφορα κράτη
46. Σε πολλά κράτη έχον ήδη γίνει δημοψηφίσματα. Έτσι οι εντάσεις αποδυναμώνονται
47. Συγκεντρώσεις: Η αιχμή της κρίσης

γ. Η περίπτωση της Ελλάδας
48. Η Ελλάδα μπορεί να μη βρίσκεται πάντα στη πρωτοπορία των εξελίξεων, ίσως σε ορισμένες περιπτώσεις και να αργούν. Όταν όμως φθάσουν και τεθούν σε κίνηση εξελίσσονται γρήγορα. Οι πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα έχουν σε πολλές περιπτώσεις απότομο χαρακτήρα και γρήγορη εξέλιξη. Σε αυτό το συμπέρασμα μας οδηγεί η μελέτη της σύγχρονης, της νεοελληνικής ιστορίας, όπως η διαμόρφωση του σύγχρονου ελληνικού κοινοβουλευτικού συστήματος.
49. Η κρίση του κοινοβουλευτισμού και στην Ελλάδα είναι ένα παλαιό φαινόμενο. Παρέμεινε όμως για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα και σιατήρησε τα χαρακτηριστικά της λειτουργικής κρίσης. Δεν διέφυγε από τα όρια της λειτουργικής κρίσης. Όμως και στην Ελλάδα, ίσως χωρίς καθυστέρηση, συντελέστηκαν οι μεταβολές στην υποδομή του αντιπροσωπευτικού συστήματος. Παρά τις αλλαγές αυτές και παρά τη δημιουργία στοιχείων άμεσης Δημοκρατίας το όλο σύστημα λειτουργούσε κυρίως αντιπροσωπευτικά. Μεγάλη καθυστέρηση στη πολιτική εξέλιξη και σοβαρό πλήγμα προκάλεσε η δικτατορία, η οποία ανέκοψε την «ωρίμανση» του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού. Με τη μεταπολίτευση η Ελλάδα ξεκίνησε με ένα «ανανεωμένο» αντιπροσωπευτικό κοινοβουλευτισμό, που μπορούσε έτσι να αντέξει στο χρόνο. Αντίθετα προς άλλα κράτη, ο μέσα από τα πολιτικά κόμματα μετασχηματισμός του πολιτεύματος προς τη κατεύθυνση της Δημοκρατίας των πολιτών δεν πραγματοποιήθηκε. Και εδώ είναι μεγάλη η ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας.  Στην Ελλάδα δεν δόθηκε ευκαιρία στον Λαό να εκφρασθεί. Ποτέ δεν κλήθηκε ο Λαός να αποφασίσει για κάποιο θέμα. Στην Ελλάδα δεν έγινε ποτέ Δημοψήφισμα, παρά το ότι προβλέπεται από το ελληνικό Σύνταγμα. Αυτό οδήγησε σε κάποιας μορφής αλλοίωση του πολιτεύματος που προβλέπεται συνταγματικά, δηλαδή της μικτής Δημοκρατίας. Παράλληλα είχε ως αποτέλεσμα τη συγκέντρωση και των εγκλωβισμό μεγάλης ποσότητας πολιτικού ατμού που δεν ήταν δυνατό παρά να οδηγήσει σε πολιτική  στην έκρηξη. Στη Ελλάδα αναπτύχθηκε ένα ειδύλλιο πολιτικής ηγεσίας – Λαού. Υπήρξαν πολιτικοί ηγέτες που λατρεύτηκαν με πάθος. Πολλοί έκαναν λόγο για προσωπολατρεία και προσωπικά κόμματα, που αντικαθιστούσαν τα κόμματα αρχών. Η κρίση αυτή παίζει και το ρόλο ενός διαζυγίου με τη πολιτική ηγεσία. Από το ειδύλλιο οδηγηθήκαμε σε έντονους διαπληκτιμούς και από εκεί στο διαζύγιο.
50. Στην Ελλάδα η τελευταία φάση της κρίσης του αντιπροσωπευτισμού άργησε πολύ αλλά φαίνεται ότι θα είναι ραγδαία, όπως άλλωστε συνέβη στο παρελθόν σε άλλες περιπτώσεις.
Τα χαρακτηριστικά αυτά επιδεινώνουν τη κρίση την οποία επιδεινώνει η οικονομική κρίση. Στην Ελλάδα η σύγκρουση αντιπροσώπων και αντιπροσωπευομένων είναι έντονη.
51. Η κρίση την οποία ζούμε σήμερα έχει όλα τα χαρακτηριστικά που περιγράφτηκαν. Σήμερα ζούμε στη δίνη της έντονης θεσμικής κρίσης του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού, που συμπλέκεται με την οικονομική κρίση αλλά και με γενικότερη κοινωνική κρίση αρχών και αξιών. Η δημιουργία της εξουσίας της ψήφου
52. Η κρίση του αντιπροσωπευτισμού επιταχύνεται και επιτείνεται σε περιόδους οικονομικής κρίσης και κυρίως εφόσον και όταν  αποδίδεται υπαιτιότητα στους αντιπροσώπους. Πράγματι όταν η οικονομική κρίση συναντά την πολιτική δημιουργείται ένα εκρηκτικό μίγμα. Η κρίση που έχει ξεσπάσει είναι γενικότερη. Είναι κρίση θεσμών κρίση αξιών. Είναι και κρίση οικονομική. Κυρίως όμως είναι κρίση πολιτική. Στην Ελλάδα την έξαρση της κρίσης του αντιπροσωπευτισμού πυροδότησε το επονομαζόμενο «Μνημόνιο» το οποίο πέρα από οιποιαδήποτε συζήτηση για νομιμότητα, βέβαιο είναι ότι στερείται πολιτκής – δημοκρατικής νομιμοποίησης. Η ψήφος του ελληνικού λαού υφαρπάσθηκε με ψευδείς υποσχέσεις. Δημιουργήθηκε έτσι από τις τελευταίες εκλογές ένα έλλειμμα Δημοκρατίας στη πράξη, η οποία συνδυάσθηκε με υφαρπαγή του εισοδήματος. Υφαρπαγή της ψήφου και υφαρπαγή του εισοδήματος απετέλεσαν εκρηκτικό μίγμα που πυροδότησε έκρηξη στα ήδη εύθραυστα θεμέλια του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού. Η δεσμευτική εντολή δεν λειτούργησε. Ο Λαός λοιδωρήθηκε, καταδυναστεύθηκε και γιατί όχι; επτώχευσε. Έτσι η κρίση γιγαντώθηκε, προσέλαβε πολλές διαστάσεις, Κοινωνική, οικονομική και κυρίως πολιτική κρίση. Κρίση εμπιστοσύνης κρίση αξιών, κρίση θεσμών, κρίση προσώπων κλπ.  Αντίθετα στις άλλες χώρες που εισήλθαν στο Μνημόνιο δεν περιφρονήθηκε η λαϊκή θέληση.
53. Δημιουργήθηκε έτσι η κρίση την οποία ζούμε βρισκόμαστε μέσα στη δίνη της βιώνουμε την κορύφωσή της και οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε. Αλλά για να γίνει αυτό πρέπει προηγουμένως να την διαγνώσουμε και να την κατανοήσουμε, όλοι, κυβερνώντες και κυβερνώμενοι. Βέβαιο είναι ότι όταν κωπάσει η κρίση πολλά θα έχουν αλλάξει και κυρίως το πολίτευμα. Προς τη κατεύθυνση της ειρηνικής και επωφελούς υπέρβασης της κρίσης πρέπι να εργασθούμε όλοι.    

 

ΙΙΙ. Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ


Α΄ Η δομή της δημοκρατίας των Πολιτών

1. Ο μονιστικός χαρακτήρας της Δημοκρατίας των Πολιτών


2. Η (τέταρτη) Ρυθμιστική Εξουσία

54. Η «τέταρτη» ρυθμιστική εξουσία»: Η εξέλιξη αυτή οδήγησε στη δημιουργία μιας νέας, «τέταρτης εξουσίας» της εξουσίας της ψήφου. Πρόκειται για μια «τέταρτη εξουσία» στο σύστημα λήψης αποφάσεων, παράλληλα προς εκείνη της Κυβέρνησης και του Κοινοβουλίου για τη προσθήκη μιας εξουσίας παράλληλα προς τη νομοθετική, την εκτελεστική και τη δικαστική. Η δύναμη αυτή υπήρχε και στην αντιπροσωπευτική Δημοκρατία αλλ ευρισκόταν εκτός λήψης αποφάσεων. Η [παρεμβολή της στη διαδικασία λήψης αποφάσεων ήταν μεμονωμένη και ευκαιριακή. Από τη στιγμή κατά την οποία η ευκαιριακή παρέμβαση μεταβλήθηκε σε διαρκή παρουσία, συγκροτήθηκε σε εξουσία. Δημιουργήθηκε έτσι η λαϊκή θέληση, διαρκώς παρούσα και όχι μόνο τη στιγμή των εκλογών, εκφραζόμενη είτε άτυπα, μέσα από τις δημοσκοπήσεις, είτε «επίσημα» μέσα από θεσμούς άμεσης Δημοκρατίας. Σοβαρές αποφάσεις δεν μπορούν να ληφθούν χωρίς τη συναίνεση του Λαού. Δημιουργήθηκε έτσι μια νέα εξουσία παράλληλα προς τις υπάρχουσες τρείς, μια τέταρτη εξουσία. Η τέταρτη αυτή δύναμη μετασχηματίστηκε σιγά σιγά σε εξουσία. Είναι εξουσία γιατί αναγνωρίζεται από το Δίκαιο. Αναγνωρίζεται από το Σύνταγμα. Έχει διαρκή χαρακτήρα, διαρκή παρουσία. Αναγνωρίζεται από το Σύνταγμα. ¨αρθρ. 1 και 26. ή  «εξουσία της ψήφου»
55. Η γενικότερη κοινωνικοπολιτική μεταβολή πήρε τον Λαό από το περιθώριο και τον τοποθέτησε στο επίκεντρο των εξελίξεων. Αυτή η ίδια η πολιτική διαδικασία της αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας εξελισσόμενη έθεσε τον Λαό στο επίκεντρο του συνταγματικοπολιτικού συστήματος.
56. Η δομή του πολιτεύματος είναι πλέον διευρυμένη.  ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΗ - ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ - ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ - ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑΣε τι συνίσταται η εξουσία αυτή; Η εξουσία αυτή ως εκ της φύσεώς της είναι εξουσία ρυθμιστική. Θέτει βασικές αρχές το ΠΛΑΙΣΙΟ μέσα στο οποίο κινείται η νομοθετική και οι άλλες εξουσίες. Σε άλλες χώρες θέτει ήδη κανόνες δικαίου, που καθορίζουν το γενικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο λειτουργούν οι εκπρόσωποι. Είναι προφανές, ότι ο Λαός δεν μπορεί να ασχολείται καθημερινά, ή ότι πέρα από τις αποφάσεις του Λαού πρέπει να υπάρχουν. Η λειτουργία αυτή έχει ήδη τεθεί σε επίσημη κίνηση σε διάφορες χώρες.  Η τέταρτη αυτή εξουσία έχει κοινό με τη νομοθετική (αλλά και τη Διοικητική), ότι θέτει κανόνες δικαίου. Διαφέρει όμως διότι θέτει υπεργενικούς κανόνες, που δημιουργούν τις βάσεις  και το γενικότερο πλαίσιο και υπό την έννοια αυτή ρυθμίζει. Δηλαδή είναι η ρυθμιστική εξουσία.  Το έργο της είναι σημαντικό.
57. Κάθε ειδικότερη μορφή πολιτεύματος βασίζεται σε ένα βασικό όργανο, από το οποίο ίσως παίρνει και το όνομά της. Η εκκλησία του Δήμο, το κοινοβούλιο. Στη σύγχρονη Δημοκρατία το βασικό όργανο δεν είναι πλέον το κοινοβούλιο. Το βασικό όργανο είναι ο ίδιος ο Λαός. Το κέντρο του βάρους του σύγχρονου πολιτεύματος στρέφεται γύρω από αυτή την τέταρτη εξουσία. Γι αυτό και η λειτουργία του πολιτεύματος έχει λάβει και εξωκοινοβουλευτική διάσταση.

3. Η βασική αντίθεση Κοινοβουλίου – Λαού

58. Η βασική αντίθεση του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού υπήρξε η αντίθεση μονάρχη κοινοβουλίου. Η αντίθεση αυτή από «εξωτερική» εκτός κοινοβουλίου αντίθεση μετατράπηκε σε εσωτερική (εντός κοινοβουλίου) σε αντίθεση συμπολίτευσης αντιπολίτευσης. Η αντίθεση αυτή υπήρξε η βασική «κινητήρια» αντίθεση του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού. Στην ύπαρξή της οφείλεται η κίνηση του πολιτεύματος. Η αντίθεση αυτή έχει αρχίζει να «ξεθωριάζει» ή να χάνει από τη σημασία της και να προσλαμβάνει άλλες διαστάσεις. Τη θέση της αρχίζει σιγά – σιγά να καταλαμβάνει η αντίθεση κοινοβουλίου – Λαού. Πρόκειται για «εξωτερική αντίθεση» ευρισκόμενη εκτός κοινοβουλίου. Η αντίθεση αυτή προκύπτει και επιβεβαιώνεται από την ίδια τη συνταγματικοπολιτική πραγματικότητα. Τα αιτήματα, που αναδύονται από τις συναθροίσεις και άλλες συναφείς εκδηλώσεις δεν είναι αιτήματα «παρατιαξιακά», αλλ΄αιτήματα στρεφόμενα προς το κοινοβούλιο ως σύνολο, στρεφόμενα στη συμμετοχή στην άσκηση της εξουσίας. Η αντίθεση Κοινοβουλίου – Λαού δημιουργήθηκε από την «άνοδο»  του Λαού και τροφοδοτείται από την αξίωση της συμμετοχής στην άσκηση της εξουσίας.

Ο Λαός ως πηγή και φορέας άσκησης της ρυθμιστικής εξουσίας. Δημοψηφίσματα και δημοψηφισματικός χαρακτήρας των εκλογών

α. Η άσκηση της εξουσίας από τον Λαό

β. Δημοψηφίσματα και δημοψηφισματικός χαρακτήρας

Β΄ Η λειτουργία της Δημοκρατίας των πολιτών

1. Η λαϊκή συναίνεση

59. Θεμελιώδης συνταγματικός κανόνας του σύγχρονου πολιτεύματος είναι ο κανόνας κατά τον οποίο: βασικές αποφάσεις απαιτούν τη συναίνεση του Λαού. Η συναίνεση αυτή μπορεί είτε να τεκμαίρεται – όταν είναι αυτονόητη, επομένως είναι περιττή κάθε διαδικασία - είτε να χρειάζεται να εκφρασθεί. Καμία καθοριστική απόφαση χωρίς τη συναίνεση. Απαγορεύεται οποιαδήποτε καθοριστική απόφαση εναντίον της συναίνεσης. Στην αρχή της Λαϊκης Κυριαρχίας εμπεριέχεται η αρχή της λαϊκής συναίνεσης.   Ο λαός θέτει το γενικο ρυθμιστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργούν η νομοθετική και οι άλλες εξουσίες. Οι ρυθμιστικές αρχές που θέτει ο λαός εξειδικεύονται

2. Εκπροσώπηση και δεσμευτική εντολή.

60. Η πολιτική εξέλιξη ανέστρεψε το ισοζύγιο δυνάμεων και μετέτρεψε την αντιπροσώπευση σε εκπροσώπηση. Την ελεύθερη όχι σε επιτακτική αλλά σε δεσμευτική εντολή.

2. Η εξωκοινοβουλευτική διάσταση του Κοινοβουλευτισμού

ι. Οι συζητήσεις απευθύνονται στο Λαό

ιι. Η εξωκοινοβουλευτική διάσταση του κοινοβουλευτικού συστήματος
ιιι. Εξωκοινοβουλευτική πολιτική ευθύνη

3. Μέτρα για την υπέρβαση της κρίσης και ο ρόλος του Συντάγματος

α. Η αναγκαιότητα νέων θεσμών
61. Οι συστημικές κρίσεις οδηγούν σε ριζικές αλλαγές του πολιτικού συστήματος, οδηγούν σε νέους θεσμούς μέσα από τους οποίους μπορούν να εκφρασθούν οι νέες πολιτικές ισορροπίες. Είναι πολύ σημαντικό, ότι στις περιπτώσεις των συστημικών αλλαγών δεν αρκούν απλές αναδιαρθρώσεις των θεσμών, αλλά χρειάζεται η εισαγωγή νέων. Δεν αρκεί μια απλή θεσμική αναπροσαρμογή η αναδιάρθρωση αλλά χρειάζεται η δημιουργία νέων θεσμών ικανών να εξασφαλίσουν τις νέες ισορροπίες. Η εισαγωγή αυτή δεν εξαντλείται στη τυπική συνταγματική και νομοθετική πρόβλεψη αλλά πολύ περισσότερο σημαίνει ειλικρινή και ουσιαστική εφαρμογή. Με την έννοια αυτή εισαγωγή είναι και η αξιοποίηση θεσμών που προβλέπονται στο Σύνταγμα αλλά δεν έχουν αξιοποιηθεί. Παράλληλα εισαγωγή νέων θεσμών δεν σημαίνει υιοθέτηση κάποιου θεσμού, που δεν προβλέπεται αλλά εκείνων, που είναι απαραίτητοι να φιλοξενήσουν τις νέες δομικές αλλαγές.

β. Η αναγκαιότητα της αναθεώρησης και «άλλη ερμηνεία» του Συντάγματος
62. Συνήθως η δομική μεταβολή συνοδεύεται από αναθεώρηση του Συντάγματος. Απαραίτητη όμως είναι η αξιοποίηση του υπάρχοντος θεσμικού πλαισίου. Το Σύνταγμα δεν αποτελεί άλλοθι. Αντίθετα παρέχει πολλά μέσα που διευκολύνουν μιαν άλλη ανάγνωση του Συντάγματος, μια άλλη ερμηνεία. Μιλάμε για μεταβολή του νοήματος.
γ. Μέτρα αποκατάστασης της δομής: Δημιουργία και αξιοποίηση νέων θεσμών
63. Πρόκειται για θέματα αποκατάστασης της θεσμικής ισορροπίας. Δεν είναι δυνατή η αποκατάσταση χωρίς τη λήψη τέτοιων μέτρων. Οποιαδήπτε άλλη αντιμετώπιση απλά μεταθέτει το πρόβλημα.  Η αιτία της συστημικής - δομικής και λειτουργικής - κρίσης του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού είναι η διαρκής και έντονη παρουσία του Λαού στο πολιτικό σύστημα. Οι νέοι θεσμοί πρέπει επομένως να εξασφαλίζουν τη συμμετοχή της νέας αυτής αναδυόμενης εξουσίας.
64. Ενόψει της συγκεκριμένης κρίσης του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού οι κατάλληλοι θεσμοί είναι εκείνοι που εξασφαλίζουν τη συμμετοχή της αναδυόμενης νέας εξουσίας δηλαδή τη συμμετοχή του Λαού. Πρόκειται για τους θεσμούς άμεσης Δημοκρατίας. Οι πρωτογενείς θεσμοί άμεσης Δημοκρατίας – όλοι αρχαιοελληνικής καταγωγής – είναι τρείς: το δημοψήφισμα, η λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία και η ανάκληση. Αυτοί οι τρείς θεσμοί αποτελούν τα βασικά υλικά τα οποία αναμιγνυόμενα μεταξύ τους και με άλλα στοιχεία παράγουν ποικίλα θεσμικά μορφώματα. Η εκτόνωση της κρίσης προϋποθέτει την αξιοποίηση των θεσμών άμεσης Δημοκρατίας.
65. Οι δύο πρώτοι, το δημοψήφισμα και η λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία προβλέπονται με διάφορες μορφές στα περισσότερα ευρωπαϊκά Συντάγματα, όπως επίσης και στα Συντάγματα των ΗΠΑ, ορισμένα των οποίων προβλέπουν και την ανάκληση. Το Ελληνικό Σύνταγμα, ένα – παρά τις αναπόφευκτες ατέλειες – πράγματι πολύ καλό Σύνταγμα, προβλέπει το (κυβερνητικό) δημοψήφισμα και όχι τους επόμενους δύο θεσμούς άμεσης Δημοκρατίας από τους οποίους για τον ένα – τη λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία υπάρχει συνταγματικό υποκατάστατο. Η πλήρης εισαγωγή και διαμόρφωση των όλων των θεσμών άμεσης Δημοκρατίας προϋποθέτει αναθεώρηση του Συντάγματος. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι προϋπόθεση της άμεσης υπέρβασης της κρίσης είναι η συνταγματική αναθεώρηση. Η αναθεώρηση του Συντάγματος δεν αποτελεί «άλλοθι» σε οποιαδήποτε απραξία. Οι θεσμοί άμεσης Δημοκρατίας – ορισμένοι από αυτούς- μπορούν και πρέπει να λειτουργήσουν άμεσα για να συμβάλλουν στην άμεση εκτόνωση της κρίσης. Δεν «φταίει το κακό Σύνταγμα». Κάθε άλλο. Μας παρέχει πολλά μέσα που έχουμε αφήσει αναξιοποίητα. Ας δούμε ένα - ένα του τρείς θεσμούς.
(α) Το δημοψήφισμα
(β) Η λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία
(γ) Η ανάκληση

α. Δημοψήφισμα με πρωτοβουλία των πολιτών
66. Το δημοψήφισμα, προβλέπεται από το άρθρ. 44 παρ.2. Είναι όμως συνταγματικά διαμορφωμένο ως «κυβερνητικό δημοψήφισμα» δηλαδή μόνον η κυβερνητική πλειοψηφία μπορεί να αποφασίσει τη διεξαγωγή του, ούτε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ούτε και κάποια -ιδιαιτέρου μεγέθους- αξιωματική αντιπολίτευση.  Κυρίως δεν προβλέπεται, όπως σε άλλες χώρες, το δημοψήφισμα με πρωτοβουλία των πολιτών, κατά το οποίο ο ίδιος ο λαός θέτει το ερώτημα και προκαλεί τη διεξαγωγή του με τη συγκέντρωση κάποιου αριθμού υπογραφών.
            Λειτουργίες του Δημοψηφίσματος
            Πολιτική οικονομική σταθερότητα και ανάπτυξη.
β. Εσωκομματική Δημοκρατία

δ. Διορθωτικά μέσα της λειτουργίας
α. Ευθύνη των Υπουργών
67. Παράλληλα χρειάζεται η ανανέωση των υπαρχόντων θεσμών και κυρίως που αφορούν τα πρόσωπα. Ο ρόλος των προσώπων μεταβάλλεται. Δεν είναι αντιπρόσωποι αλλά εκπρόσωποι. Πρώτα από όλα η ευθύνη των υπουργών. Η τιμωρία των ενόχων αποτελεί καθολικό αίτημα των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Το εκλογικό σύστημα χρειάζεται αλλαγή ώστε να μην υπάρχουν μόνο συνδυασμοί αλλά και μεμονωμένοι υποψήφιοι. Να καλύπτεται η ανεξάρτητη πολιτική δράση. Κυρίως οι μονοεδρικές περιφέρειες. 

β. Άμεση εκλογή προέδρου    

γ. Ασυλίες. Πόθεν έσχες

Συμπεράσματα

68. Η παραπάνω διαπίστωση ο συστημικός χαρακτήρας της κρίσης, αποτελεί και τη βάση της ορθής ερμηνείας των γεγονότων που ζούμε. Ο συστημικός αυτός χαρακτήρας υποδεικνύει με ακρίβεια τι δεν είναι η παρούσα κρίση, και σε τι διαφέρει από παραπλήσια φαινόμενα. Η σημερινή κρίση δεν πρέπει καταρχήν να υποτιμάται ούτε και να παρερμηνεύεται. (α) Είναι κρίση συστημική κρίση του αντιπροσωπευτικού συστήματος, κρίση εμπιστοσύνης απέναντι στο σύστημα. Είναι  κρίση της αντιπροσώπευσης και κρίση κατά των κομμάτων που λειτούργησαν αντιπροσωπευτικά και ταυτίστηκαν με το αντιπροσωπευτικό σύστημα.  (β) Είναι κρίση συστημική και όχι ειδικών αιτημάτων. Το βασικό αίτημα που ορθώνεται σήμερα δεν έχει τον ειδικό χαρακτήρα της ικανοποίησης ειδικών αιτημάτων. Ένας τέτοιος χειρισμός θα μπορούσε ίσως να οδηγήσει σε κάποια εκτόνωση όχι όμως στη θεραπεία της αιτίας. Είναι σφάλμα να πιστεύει κανείς ότι η ικανοποίηση ορισμένων αιτημάτων θα λύσει το πρόβλημα. (γ) Η παρούσα κρίση είναι κρίση συστημική και όχι απλή κρίση διαχείρισης. Το κυρίαρχο αίτημα, που ορθώνεται σήμερα δεν περιορίζεται στην αναγκαία άλλωστε αλλαγή προσώπων αλλά κατευθύνεται ευθέως στην άσκηση της εξουσίας. Ο λαός δεν αρκείται σήμερα στην εκλογή των αντιπροσώπων επιδιώκει τη δική του  συμμετοχή. Δεν πρόκειται επομένως για ένα ζήτημα αλλαγής προσώπων. Δεν πρόκειται για ζήτημα επιλογής μεταξύ «καλών» ή «κακών» διαχειριστών της εξουσίας αλλά για αυτή την ίδια τη διαχείριση. Η καλή ή κακή διαχείριση μπορεί να επιβραδύνει ή να επιταχύνει την εκδήλωση και να επηρεάσει την ένταση της κρίσης, δεν μπορεί όμως να την αποτρέψει.
Το ειρηνικό κίνημα των Πολιτών, το Κίνημα της Πλατείας μόλις άρχισε και ήδη αριθμεί τις πρώτες σημαντικές νίκες του. Καθήκον όλων μας είναι να διευκολύνουμε τον αντιπροσωπευτικό κοινοβουλευτισμό που φεύγει και να υποδεχθούμε τη Δημοκρατία των Πολιτών, που έρχεται. 





[1] Δημητρόπουλος, Σύστημα Συνταγματικού Δικαίου (2011) σ. 163.
[2] Βλ. Α. Δημητρόπουλο, Το Σύνταγμα ως Βάση της Έννομης Τάξης, σ.
[3] Η Δομή και η Λειτουργία της σύγχρονης Δημοκρατίας σ. 16, 126, 128